αγκομαχάω

αγκομαχάω
αγκομαχάω / αγκομαχώ (παρατατ. συνήθως -ούσα) βλ. πίν. 58 (κυρίως στον ενεστ. και παρατ.)

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αγκομαχώ — αγκομαχάω / αγκομαχώ (παρατατ. συνήθως ούσα) βλ. πίν. 58 (κυρίως στον ενεστ. και παρατ.) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”